Στις διαδηλώσεις που έγιναν στα Σκόπια αμέσως μετά τη συμφωνία Τσίπρα-Ζάεφ για την αλλαγή ονομασίας της ΠΓΔΜ, οι διαδηλωτές – υποκινούμενοι κυρίως από το εθνικιστικό VMRO – φαίνονται στις εικόνες να κρατούν, εκτός από σημαίες της χώρας τους, και σημαίες της Ρωσίας. Το γεγονός είναι ενδιαφέρον σημειολογικά καθότι υπενθυμίζει τη θέρμη σχέση του ακροδεξιού κόμματος της γειτονικής μας χώρας με το Κρεμλίνο και τη σύμπνοια τους στη μη ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ.
Είναι σαφές ότι οι Ρώσοι μέσα από τη συγκεκριμένη σχέση επιχειρούν να προωθήσουν τα στρατηγικά τους συμφέροντα στην περιοχή, όπως είναι εξίσου προφανές ότι το ίδιο επιδιώκει και μέσω της συνεργασίας με τα υπόλοιπα ακροδεξιά κόμματα της Ευρώπης. Αυτό όμως που δεν είναι προφανές είναι το βάθος της σχέσης ακροδεξιάς-Ρωσιας, καθώς μια απλή πολιτική συνεργασία – που θα μπορούσε να θεωρηθεί έως και εύλογη – απέχει πολύ από τον χαρακτηρισμό των συγκεκριμένων κομμάτων ως “Δούρειοι ίπποι” της Μόσχας, που διατυπώνεται συχνά από φιλοδυτικούς αναλυτές.
Σύμφωνα με τον Αντόν Σεχόβτσoφ, Ουκρανό πολιτικό επιστήμονα και αναλυτή του φαινομένου της ακροδεξιάς, η Ρωσία αρχίζει να εδραιώνει σχέσεις με την ευρωπαϊκή ακροδεξιά μετά τον επιτυχή πόλεμο με τη Γεωργία το 2008, προκειμένου να εξασφαλίσει διεθνή νομιμοποίηση σε πολιτικό και επικοινωνιακό επίπεδο. Με βάση έρευνα της επικεντρωμένης στη ρωσική πολιτική ΜΚΟ Center for Eurasian Strategic Intelligence με έδρα το Λονδίνο, τα κόμματα με τα οποία συνεργάζεται το Κρεμλίνο είναι τα ακόλουθα:
- Front National – Γαλλία
- UKIP – Βρετανία
- Jobbik – Ουγγαρία
- NDD – Γερμανία
- ATAKA – Βουλγαρία
- Χρυσή Αυγή
Στη λίστα μπορούν να προστεθούν το αυστριακό Party of Freedom και η Lega Nord από την Ιταλία.
Περιπτώσεις συνεργασίας
Πολλοί συνδέουν τη Μόσχα με την ευρωπαϊκή ακροδεξιά παρατηρώντας μια ιδεολογική συγγένεια των δύο πλευρών, στον συγκεντρωτικό τρόπο διακυβέρνησης, τα συντηρητικά αντανακλαστικά σε κοινωνικά ζητήματα (π.χ. μετανάστευση, ομοφυλοφιλία), την προσκόλληση στην παράδοση και την ξενοφοβία. Αναμφίβολα όμως η κεντρική γραμμή συμπόρευσης είναι ο προστατευτισμός και ο ευρωσκεπτικισμός με την ακροδεξιά να βλέπει τη Ρωσία ως εναλλακτική της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης που σύμφωνα με την ανάλυση των ακροδεξιών απειλεί την εθνική κυριαρχία των κρατών.
Σε αυτή την κατεύθυνση τα ακροδεξιά κόμματα παρέχουν έμμεση αλλά πολύτιμη στήριξη στη Μόσχα στη διαμάχη της με την Ουκρανία με τους εξής τρόπους:
- διαφωνούν με τις οικονομικές κυρώσεις της Ε.Ε. σε βαρος της Ρωσίας
- συμμετείχαν στην πλειοψηφία τους ως παρατηρητές στο δημοψήφισμα της Κριμαίας για την ενσωμάτωση της περιοχής στη Ρωσία
- το Σεπτέμβρη του 2014 όταν τέθηκε προς ψήφιση στο ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο η συμφωνία σύνδεσης της Ουκρανίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση, 535 ευρωβουλευτές ψήφισαν υπέρ, 172 κατά και 35 απείχαν, με το σύνολο των ακροδεξιών να καταψηφίζει τη συμφωνία.
Ας δούμε όμως αναλυτικότερα τη σχέση της Μόσχας με ορισμένα κόμματα της ακροδεξιάς:
Σίγουρα η πιο πολύκροτη σχέση ακροδεξιού κόμματος με το Κρεμλίνο είναι αυτή με το Front National της Λεπέν. Οι γεωπολιτικές βλέψεις του Εθνικού Μετώπου προβλέπουν κομβικό ρόλο για τη Ρωσία ως μίας εκ των τριών δυνάμεων στον ευρωπαϊκό άξονα συμμαχίας με Παρίσι – Βερολίνο – Μόσχα. Πολλά ερωτηματικά επίσης προκάλεσε το 2013 η απόφαση του FN να δανειστεί 11€ εκ. από ρωσικές τράπεζες υπό κρατικό έλεγχο, ενώ το γαλλικό κανάλι Pro Russia TV που χρηματοδοτείται από το Κρεμλίνο προωθεί ανοιχτά στο γαλλικό κοινό τις θέσεις του FN. Η Λεπέν που έχει πραγματοποιήσει αρκετές επίσημες επισκέψεις στη Μόσχα, έχει υποστηρίξει διακριτικά την κατάληψη της Κριμαίας από τη Ρωσία, ενώ μαζί με τον Φαρατζ του UKIP έχει δηλώσει ότι συμφωνεί πλήρως με τον προστατευτισμό του Πούτιν. Τέλος, σύμφωνα με την Washington Post, Ρώσοι χάκερ ενεπλάκησαν υπέρ της Λεπέν στις γαλλικές εκλογές του 2017.
Για τις σχέσεις της Ρωσίας με το βουλγαρικό ATAKA διέρρευσαν αποκαλύψεις στο wikileaks περί στενής συνεργασίας του κόμματος με τη ρωσική πρεσβεία. Το εν λόγω κόμμα υποστηρίζει την αναγνώριση του δημοψηφίσματος της Κριμαίας και την άσκηση βέτο από τη Βουλγαρία στις κυρώσεις τη Ε.Ε. εις βάρος της Ρωσίας. Επιπλέον, κυκλοφορούν φήμες για απευθείας χρηματοδότηση του κόμματος από το Κρεμλίνο, όπως και για τα Jobbik, FPO, Χρυσή Αυγή, που ωστόσο δεν έχουν αποδειχθεί.
Με το ελληνικό ναζιστικό κόμμα, η μόνη περίπτωση απτής σύνδεσης με τη Μόσχα είναι το γράμμα του Alexandr Dugin, διάσημου θεωρητικού της ρωσικής στρατηγικής και πρώην συμβούλου του Πούτιν, στο οποίο ενθάρρυνε τις δύο πλευρές να ανοίξουν δίαυλο επικοινωνίας, ενώ ο Μιχαλολιάκος τάσσεται ανοιχτά υπέρ της συμμαχίας της Ελλάδας με τη Ρωσία. Τέλος, αναφορικά με το ουγγρικό Jobbik και το αυστριακό Party of Freedom, αξίζει να προσθέσουμε ότι μέλος του πρώτου κατηγορήθηκε το 2014 από τις αρχές της Ουγγαρίας για κατασκοπεία υπέρ της Μόσχας ενώ το αυστριακό ακροδεξιό κόμμα έχει υπογράψει σύμφωνο συνεργασίας με την “Ενωμένη Ρωσία”, το κόμμα του Πούτιν.
Τα πραγματικά κίνητρα
Εάν λοιπόν, ένας βαθμός συνεργασίας μεταξύ Ρωσίας και ευρωπαϊκής ακροδεξιάς μπορεί να θεωρηθεί δεδομένος, ποια είναι ωστόσο τα κίνητρα της συγκεκριμένης σχέσης; Η φαινομενική ιδεολογική ταύτιση των δύο πλευρών, δεν αποδίδει τα πραγματικά κίνητρα δεδομένου ότι η Μόσχα είναι αρκετά ευέλικτη ώστε αν κρίνει ότι ευνοούνται τα συμφέροντα της, να μη διστάζει να τείνει χείρα φιλίας ακόμη και σε αριστερά κόμματα, ενώ δεν μπορεί να αγνοηθεί η σφοδρή πολιτική εναντίωση του Πούτιν με τις φιλοναζιστικές ομάδες της Ουκρανίας, ούτε και η εξόντωση των ρωσικών ακροδεξιών οργανώσεων μετά το ξέσπασμα του εμφυλίου στην Ουκρανία στο πλαίσιο του αντιεξτρεμιστικού νόμου 282.
Στην πραγματικότητα πρόκειται για έναν εύλογο τακτικισμό απο την πλευρά της Ρωσίας, που επιχειρεί να αποσταθεροποιήσει εκ των έσω την Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ, να εμποδίσει την εξάπλωση τους και να συμβάλει στην ανάληψη της διακυβέρνησης στα ευρωπαϊκά κράτη φιλικών προς τα συμφέροντα της δυνάμεων. Η παρεμβατικότητα στα εσωτερικά τρίτων κρατών, η τακτική που παράγει αποσταθεροποίηση, υποδαυλίζει εθνικιστικές εξάρσεις ή αποσχιστικές τάσεις, είναι τυπικά στοιχεία της σύγχρονης ρωσικής στρατηγικής που αποζητά επιρροή με χαμηλό κόστος, δίχως να θυσιάζει υλικούς πόρους ή πολιτικό κεφάλαιο.
Ποια είναι όμως η λογική της ακροδεξιάς μέσα από τη συνεργασία με τη Μόσχα; Μια ακροδεξιά που υιοθετεί πολιτικά ένα μείγμα ευρωσκεπτικισμού, ισλαμοφοβίας, εμπορικού προστατευτισμού, συνωμοσιολογίας και μιας δήθεν εναντίωσης στα διεθνή κέντρα εξουσίας, τη στιγμή που στις εγχώριες οικονομικές ελίτ στρώνει το κόκκινο χαλί, συναντά την πολιτική γραμμή αναθεωρητισμού και συντηρητισμού του Πούτιν. Η ευρωπαϊκή ακροδεξιά επιδιώκει την πολιτική και ιδεολογική κατοχύρωση μέσω της επίκλησης της Ρωσίας ως ισχυρού παραδείγματος και συμμάχου που θα της δώσει ένα βαθμό εγκυρότητας ώστε να μην αντιμετωπίζεται ως περιθωριοποιημένος πολιτικός χώρος. Κι αν θεωρηθεί ότι το πολιτικό όφελος της ακροδεξιάς από τη συγκεκριμένη σχέση δεν είναι τόσο απτό, τότε το σενάριο της παρασκηνιακής οικονομικής ενίσχυσης από τη Μόσχα θα βρίσκει όλο και περισσότερους υποστηρικτές.
Στη Δύση, στην αρθρογραφία των διεθνών σχέσεων συναντά κανείς τόσα πολλά επικριτικά για τη Μόσχα άρθρα για τη σχέση της με την ευρωπαϊκή ακροδεξιά, που μοιάζουν σαν… να ανακάλυψαν την Αμερική, τη στιγμή που η ίδια η Αμερική – όχι ως ήπειρος, ως ΗΠΑ – έχει παραδοσιακά ως άξονα της εξωτερικής της πολιτικής την ωμή παρέμβαση στα εσωτερικά άλλων χωρών με προτίμηση ιστορικά σε ακροδεξιούς δικτάτορες και ολοκληρωτικά καθεστώτα. Συνιστά υποκρισία κατά τη γνώμη του γράφοντος αυτή η επιλεκτική μνήμη και κριτική, πόσω μάλλον όταν η επιλογή μιας εναλλακτικής πολιτικής που αμφισβητεί την πλήρη ευθυγράμμιση με την Ουάσιγκτον και το ΝΑΤΟ, ή μια γόνιμη κριτική στην Ε.Ε. δεν μπορεί να αφορίζεται ως “ανήθικη, παρασκηνιακή συμμαχία” με τον Πούτιν που… απειλεί τα θεμέλια και την ασφάλεια του δυτικού κόσμου. Παρόλο που η κριτική στην πολιτική της ακροδεξιάς κυβέρνησης είναι επιβεβλημένη, η συγκεκριμένη επιλεκτική προσέγγιση είναι περισσότερο στρατευμένη παρα αντικειμενική.
Θωμάς Ρούτσης