Το σασπένς και οι ακροβασίες  δεν έλειπαν ποτέ από τις ρωσο-τουρκικές σχέσεις.  Είτε στην εποχή των Τσάρων, είτε με τη σοβιετική ένωση, είτε με τη σημερινή Ρωσία του Πούτιν, η ούτως ή άλλως υπερπολύτιμη για τη Δύση γεωπολιτική θέση της Τουρκίας, χρησιμεύει ως κυματοθραύστης των ρωσικών βλέψεων στο Νότο. Οι Αμερικάνοι στρατηγιστές θεωρούν την Τουρκία κομβική χώρα στο δαχτυλίδι (Rimland) περικύκλωσης και περιορισμού της Ρωσίας στο ενδότερο της Ευρασίας.

Ήδη από τον 16ο αιώνα ως τον 20ό, Οθωμανοί και Ρώσοι πολέμησαν μεταξύ τους τουλάχιστον δώδεκα φορές. Η εχθρότητα υποχώρησε μετά τη ρωσική επανάσταση, όταν Κεμάλ και  Λένιν προσέφεραν αμοιβαία υποστήριξη, αναπτύσσοντας για πρώτη φορά τόσο θερμές σχέσεις. Το φιλικό κλίμα διακόπτεται την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, με την ένταξη της Τουρκίας στο ΝΑΤΟ.

Σε οριακό σημείο οδηγήθηκαν τα πράγματα με την κατάρρευση του ρωσικού μαχητικού SU24 από τουρκικά πυρά το Νοέμβρη του ‘15. Οι κυρώσεις της Ρωσίας αφενός, οι γεωπολιτικές συγκυρίες και κυρίως τα επιτακτικά οικονομικό-πολιτικά συμφέροντα που διακυβεύονται μεταξύ τους, επιβάλουν προς το παρόν την ανάγκη για συνεργασία.

Ένα σχετικό παράδειγμα όπου οι διαφορές παραμερίζονται μπρος στην ανάγκη για συνεργασία είναι η Κριμαία. Η Άγκυρα διαφωνεί κάθετα με την προσάρτηση της Κριμαίας – δεν την εχει αναγνωρίσει και δεν θα το κάνει ποτέ έχει δηλώσει ο Ερντογάν – ωστόσο, το γεγονός αυτό δεν εμποδίζει το σύνολο σχεδόν του εμπορίου των δύο χωρών να διέρχεται από το έδαφος της Κριμαίας, παρακάμπτοντας έτσι τις οικονομικές κυρώσεις των Δυτικών εις βάρος της Μόσχας.

Παρόλα αυτά, οι δομικές διαφορές μεταξύ τους παραμένουν σταθερά ενεργές και εκτείνονται σε τρία διαφορετικά πεδία.

 

Συρία

Θα ήταν παρακινδυνευμένο να περιγραφεί με πάγια συμπεράσματα η σχέση Τουρκίας – Ρωσίας στην αρένα του συριακού πολέμου, καθώς τα δεδομένα και οι συσχετισμοί είναι ιδιαιτέρως ρευστοί. Έχοντας ξεπεράσει το στάδιο των αερομαχιών και τις σοβαρές καταγγελίες της Μόσχας ότι η Τουρκία συνεργαζόταν υπογείως με το ISIS, οι δύο δυνάμεις σχηματίζουν προσώρας μια συμμαχία μάλλον εύθραυστη.

Από την έναρξη του πολέμου, οι δύο χώρες υποστηρίζουν αντίπαλα στρατόπεδα. Ο Ερντογάν εξαρχής στήριξε στρατιωτικά και πολιτικά τη συριακή αντιπολίτευση και εκείνες τις σουνιτικές ομάδες ανταρτών, που ήταν πιο πρόθυμες να προάγουν τα δικά του συμφέροντα. Μάλιστα, ο Τούρκος πρόεδρος σε μια από τις γνωστές μεγαλόσχημες δηλώσεις του στο παρελθόν, στα “σύνορα της καρδιάς του” συμπεριέλαβε και το Χαλέπι της Συρίας. Το Κρεμλίνο φυσικά εναντιώνεται στην κατοχή συριακών εδαφών από την την Άγκυρα και θα απαιτήσει την παράδοση τους. Ως προς τον Άσαντ, η Τουρκία αμφιταλαντεύεται. Αρχικά ήταν κάθετα αρνητική στην παραμονή του στην εξουσία της μεταπολεμικής Συρίας, πλέον όμως δείχνει να συμβιβάζεται με τη γραμμή της Μόσχας και της Τεχεράνης.

Αυτό με το οποίο δε συμβιβάζεται η Τουρκία είναι η σύσταση κουρδικής οντότητας – οποιασδήποτε μορφής – στη Συρία. Οι Κούρδοι μετά την ξαφνική αναγγελία αποχώρησης των Αμερικανών από τη Βόρεια Συρία, έχουν στραφεί στη Ρωσία προτείνοντας να αναπληρώσουν οι ίδιοι το κενό ισχύος που αφήνει η Ουάσινγκτον στην περιοχή. Στην πρόταση τους προσφέρουν στη Συριακή κυβέρνηση την ανάκτηση της κυριαρχίας στις περιοχές που τελούν υπό κουρδικό έλεγχο με αντάλλαγμα ένα βαθμό διοικητικής αυτονομίας. Η Ρωσία δεν έχει απαντήσει ξεκάθαρα ακόμη, ωστόσο πρόσκειται θετικά στο σενάριο μιας περιορισμένης αυτονόμησης των Κούρδων εντός του συριακού κράτους. Η Τουρκία από την πλευρά της, δεν έβλεπε ποτέ με καλό μάτι τη ρωσο-κουρδική προσέγγιση, την οποία η Μόσχα διαχρονικά αξιοποιεί ως εργαλείο πίεσης και κομμάτι της δικής της στρατηγικής περικύκλωσης της Τουρκίας.

 

Καύκασος

Ρωσία και Τουρκία ανταγωνίζονται για την αύξηση της επιρροής τους στις χώρες του Καυκάσου. Από τη μια η Ρωσία θέλει να κατοχυρώσει την διαχρονική της θέση ως η μοναδική υπερδύναμη της περιοχής κι από την άλλη η Τουρκία, που με επίφαση τη γλωσσική και πολιτισμική συγγένεια με ορισμένες χώρες της Υπερκαυκασίας, διεκδικεί το δικό της μερίδιο επιρροής.

Στη διαμάχη Αρμενίας-Αζερμπαιτζαν για το Ναγκόρνο-Καραμπάχ, Μόσχα και Άγκυρα υποστηρίζουν αντίπαλα στρατόπεδα. Η Αρμενία είναι σύμμαχος και συνεργάτης της Ρωσίας, ενώ η Τουρκία υποστηρίζει ανοιχτά το Αζερμπαϊτζάν. Το Ναγκόρνο-Καραμπάχ είναι αμφισβητούμενη ζώνη, αναγνωρισμένη ως κομμάτι του Αζερμπαϊτζάν, που ωστόσο κατοικείται και διοικείται από αρμενική πλειοψηφία, ως de facto ανεξάρτητο κράτος.

Το Ναγκόρνο-Καραμπάχ («Ορεινό Καραμπάχ») ανάμεσα σε Αρμενία και Αζερμπαϊτζαν. Πηγή: el.wikipedia.org

Η Ρωσία τηρεί πιο αμφίσημη στάση, γιατί ενώ από τη μια πλευρά, όπως είπαμε η Αρμενία συνιστά στρατηγικό σύμμαχο για το Κρεμλίνο, από την άλλη όμως εκτιμά δεόντως τις οικονομικές συναλλαγές με το Αζερμπαϊτζάν και το ζεστό χρήμα που προσφέρει για τα ρωσικά όπλα. Επιπλέον, η Μόσχα δεν επιθυμεί να διαταράξει τις ισορροπίες εντός της ομάδας της Σαγκάης (CSTO), μέλη της οποίας διατηρούν στενές σχέσεις με το Αζερμπαϊτζάν.

Η Τουρκία αντίθετα, παρόλο που διατείνεται ότι είναι υπέρ της αποκλιμάκωσης, με τη δράση και την παραδοσιακή αντι-αρμενική της στάση, προωθεί τα συμφέροντα των συμμάχων Αζέρων, οι οποίοι μεταξύ άλλων πρόσφεραν την εγκατάσταση αγωγών πετρελαίου και αερίου στην Τουρκία με αντάλλαγμα την υποστήριξη της στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Εξάλλου, η Άγκυρα δεν κρύβει τη δυσαρέσκεια της προς τη Μόσχα για την αναγνώριση της γενοκτονία των Αρμενίων.

Ακόμη πιο έντονη όμως είναι η δυσαρέσκεια της Ρωσίας προς την Τουρκία για την ανάμειξη της τελευταίας στην Τσετσενία. Το Κρεμλίνο που έχει ζωτικά συμφέροντα στο συγκεκριμένο τμήμα του βόρειου Καυκάσου, έχει κατηγορήσει πολλές φορές την Άγκυρα ότι υποθάλπει της εξεγέρσεις των μουσουλμάνων της Τσετσενίας, στέλνοντας “εθελοντές” μαχητές και ασκώντας ιδεολογική επίδραση που επιταχύνει τον εξισλαμισμό των ντόπιων. Αρκετοί αναλυτές εξηγούν το “παιχνίδι” της  Τουρκίας με τους Τσετσένους ως απάντηση στην έμμεση ρωσική υποστήριξη προς τους Κούρδους.

 

Το παζάρι των αγωγών και τα Στενά

Ίσως η πλέον κρίσιμη παράμετρος των ρωσοτουρκικών άλλα και γενικότερα των διεθνών σχέσεων είναι οι αγωγοί μεταφοράς πετρελαίου και φυσικού αερίου. Οι διαδρομές των αγωγών είναι συχνά ο αφανής πρωταγωνιστής στις γεωπολιτικές εξελίξεις ανά τον κόσμο. Η Τουρκία, όντας σταυροδρόμι περάσματος αγωγών και από τη Ρωσία και από την Κασπία, εκμεταλλεύεται στο έπακρο το συγκεκριμένο γεωγραφικό ατού, παίζοντας σε διπλό ταμπλό. Από τη μία με τη Ρωσία και από την άλλη με τη Δύση, η οποία επιδιώκει την απεξάρτηση από το ρωσικό αέριο της Gazprom, προωθώντας την εναλλακτική της προμήθειας από τα κοιτάσματα της Κασπίας (Αζερμπαϊτζάν, Τουρκμενιστάν κυρίως).

Ο ανταγωνισμός των αγωγών για  τις δύο χώρες ξεκινάει τη δεκαετία του ‘90 με τον αγωγό πετρελαίου Μπακού-Τσειχαν, που διοχετεύει το πετρέλαιο της Κασπίας στην Μεσόγειο περνώντας από Αζερμπαϊτζάν, Γεωργία με κατάληξη το τουρκικό λιμάνι Τσεϊχάν. Το πρότζεκτ είχε τη θερμή υποστήριξη της Ουάσιγκτον, που ήθελε πρόσβαση στα ενεργειακά αποθέματα  της Κασπίας, παρακάμπτοντας Ρωσία και Ιράν.

Οι αγωγοί που διέρχονται από τουρκικό έδαφος. Πηγη: middleeasteye.net

Η Τουρκία, προκειμένου να αναβαθμίσει τον αγωγό, έφτασε στο σημείο να αναθεωρήσει μονομερώς τη συνθήκη του Μοντρέ, η οποία ρυθμίζει την ομαλή κι ελεύθερη διέλευση των πλοίων από τη Μαύρη Θάλασσα στη Μεσόγειο, διά μέσου των Στενών. Αν και επικαλέστηκε τον κίνδυνο  οικολογικής επιβάρυνσης, στην πραγματικότητα με την κίνηση αυτή αποσκοπούσε να περιορίσει τη διέλευση των ρωσικών πετρελαιοφόρων από τα Στενά, πιέζοντας τις χώρες του Μαύρης Θάλασσας να στραφούν στην λύση του αγωγού Μπακού – Τσεϊχάν.

Τα Στενά έχουν μεγάλη γεωπολιτική βαρύτητα για τη Μόσχα γιατί, εκτός από το πετρέλαιο, από αυτά διέρχεται επίσης ο ρωσικός πολεμικός στόλος στη Μεσόγειο και σχεδόν το 70% του εμπορίου της Ρωσίας.

Το παζάρι των αγωγών όμως, πέραν του πετρελαίου, επεκτάθηκε και στο φυσικό αέριο. Αρχικά η Ρωσία συνδέθηκε με την Τουρκία κατασκευάζοντας τον Bluestream, που μεταφέρει  υποθαλάσσια ρωσικό αέριο απευθείας στην Τουρκία. Ο περιορισμός του εισαγομένου αερίου μέσω του Βluestream και η διέλευση από τα Στενά λειτουργούν ως μοχλός πίεσης μεταξύ των δύο χωρών, ειδικά από την Τουρκία, η οποία έχει την εναλλακτική της αγοράς αζερικού αερίου μέσω του αγωγού TANAP. Ο συγκεκριμένος αγωγός  μεταφέρει φυσικό αέριο από το Αζερμπαϊτζάν μέσω Γεωργίας στην Τουρκία, ενώ σύντομα θα συνδεθεί με τον υπό κατασκευή TAP, ο οποίος θα διέρχεται από τη Βόρεια Ελλάδα και την Αλβανία, με κατάληξη την Ιταλία και την ευρωπαϊκή αγορά.

TAP και TANAP προκρίθηκαν με τις ευλογίες της Δύσης και παρόλο που είναι ανταγωνιστικοί στα ρωσικά συμφέροντα, η Μόσχα τελικά συμβιβάστηκε καθώς το αρχικό σχέδιο προέβλεπε την κατασκευή του Nabucco, που τελικά ματαιώθηκε λόγω υψηλότατου κόστους. Ο Nabucco συνιστούσε πολύ μεγαλύτερη  απειλή για τη ρωσική οικονομία, λόγω της δυνατότητας του να μεταφέρει υπερδιπλάσιο όγκο αερίου από τον TAP (23 δισ. m³ το χρόνο, έναντι 10 του TAP), ενώ θα πέρναγε από κεντρική και ανατολική Ευρώπη, μια περιοχή έντονα εξαρτημένη από το ρωσικό αέριο.

Κλείνοντας με το σύνθετο ζήτημα των αγωγών, ένας ακόμη ενεργειακός δίαυλος, προϊόν καλής συνεργασίας άλλα και δυνητικά παράγοντας επιπρόσθετων τριβών μεταξύ Μόσχας και Άγκυρας, είναι ο Τurkstream. Ο υπό κατασκευή αγωγός, όταν ολοκληρωθεί θα μεταφέρει φυσικό αέριο από τη Ρωσία στην τουρκική Θράκη, με τη φιλοδοξία από ρωσικής πλευρά να επεκταθεί και στην Ελλάδα κι από εκεί στην υπόλοιπη Ευρώπη.

 

Ρωσία και Τουρκία έχουν έντονα φορτισμένο παρελθόν με μια παραδοσιακή αντιπαλότητα. Το φάσμα των Διεθνών Σχέσεων όμως, δεν είναι άσπρο ή μαύρο. Οι καιροί αλλάζουν, το ίδιο και τα συμφέροντα, κάτι που οι νυν ηγεσίες των δύο χωρών είναι σε θέση να σταθμίσουν ορθολογικά, και ειδικά ο Πούτιν, που λειτουργεί εντελώς κυνικά, δίχως να υπολογίζει συναισθηματισμούς ή παραδόσεις.

Για να γραφτεί το κείμενο, χρειάστηκε πολλή δουλειά και χρόνος. Δωρίζοντας το ποσό που επιθυμείτε (Donate) βοηθάτε τους συντάκτες του foreign politics να συνεχίσουν την προσπάθεια. Η στήριξη σας μετράει πραγματικά.