Το Ισραήλ, διαχρονικά απομονωμένο διπλωματικά στη Μέση Ανατολή, εργάζεται τα τελευταία χρόνια με αποφασιστικότητα για το “άνοιγμα” του στις χώρες της περιοχής, αξιοποιώντας σε πρώτο πλάνο τον μοχλό της οικονομίας και των επενδύσεων.
Μάλιστα, με φόντο το προεκλογικό κλίμα πρόσφατα στο Ισραήλ, η διπλωματική εξωστρέφεια και η ομαλοποίηση των σχέσεων της χώρας με τα αραβικά κράτη αποτέλεσε ακανθώδες ζήτημα μεταξύ των υποψηφίων στις εθνικές εκλογές.
Το έδαφος άρχισε να στρώνεται ήδη από το καλοκαίρι του 2020 με τη συμφωνία εξομάλυνσης των σχέσεων μεταξύ Ισραήλ και ΗΑΕ, την οποία ακολούθησαν αντίστοιχες συμφωνίες με Μπαχρέιν, Ομάν, Σουδάν, Μαρόκο και Σαουδική Αραβία. Η εν λόγω συμφωνία τιτλοφορήθηκε συμβολικά με το όνομα του βιβλικού Αβραάμ (Abraham Accords), που αποτελεί κοινό προφήτη για το Ισλάμ και τον Ιουδαϊσμό.
Οι βασικότεροι παράγοντες που ευνοούν την ομαλοποίηση των σχέσεων του Τελ Αβίβ με τον αραβικό κόσμο συνοψίζονται στους εξής τρεις:
- Ο παναραβισμός ή πανισλαμισμός ως επικρατές δόγμα στην πολιτική κουλτούρα των μουσουλμανικών χωρών βρίσκεται σε ιστορικό χαμηλό. Αιχμή του παναραβισμού ως γνωστόν, αποτελεί διαχρονικά, η συστηματική υφαρπαγή των παλαιστινιακών εδαφών από το Ισραήλ.
- Ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου. Το κλασικό σανσκριτικό ρητό βρίσκει εφαρμογή και στον περίπλοκο και ταχυφλεγή γεωπολιτικό χάρτη της Μέσης Ανατολής όπου το Ιράν, με την αυξανόμενη επιρροή του στην περιοχή, συνιστά τη μεγαλύτερη κοινή απειλή για Ισραήλ και Σαουδική Αραβία.
- Στη σύγχρονη διασυνδεδεμένη παγκόσμια οικονομία, κανένα κράτος δεν μπορεί πλέον να μείνει ανεπηρέαστο από την οικονομική δραστηριότητα στη “γειτονιά” του. Στο γεωγραφικό σταυροδρόμι Μεσογείου, Μέσης Ανατολής και Αφρικής οι δυνατότητες για εμπορικές συναλλαγές έχουν εξαιρετική προοπτική, για την οποία Τελ Αβίβ, Κάιρο, Ριάντ, Άμπου Ντάμπι φαίνονται διατεθειμένα να παραμερίσουν τις ιδεολογικές αγκυλώσεις του παρελθόντος και να συνεργαστούν.
Τα τρένα της ειρήνης
Η συνεργασία σε οικονομικό επίπεδο και οι αμοιβαία επωφελείς επενδύσεις αποτελούν παραδοσιακά στις διεθνείς σχέσεις εργαλεία για να οικοδομηθούν φιλίες και να δελεαστούν εχθροί. Απαντώντας, λοιπόν, στον τίτλο του άρθρου, το πρώτο από τα δύο μεγάλα πρότζεκτ που ανοίγουν το δρόμο της συνεργασίας του Ισραήλ με τα γειτονικά κράτη και κυρίως τη Σαουδική Αραβία, είναι ο “Σιδηρόδρομος για την Περιφερειακή Ειρήνη” (Tracks for Regional Peace).
Το έργο που ανακοινώθηκε το 2019 από το υπουργείο εξωτερικών του Ισραήλ (υπό τις ευλογίες μάλιστα του Τραμπ) όταν ολοκληρωθεί θα ανοίξει έναν σημαντικό εμπορικό διάδρομο ανάμεσα στην Ευρώπη και τον Περσικό Κόλπο. Συγκεκριμένα, προβλέπει ένα εκτενές σιδηροδρομικό δίκτυο με αφετηρία το ισραηλίτικο λιμάνι της Χάιφα στη Μεσόγειο, το οποίο θα διέρχεται μέσα από την Παλαιστίνη και την Ιορδανία για να ενωθεί με τις ήδη υπάρχουσες γραμμές της Σαουδικής Αραβίας, από όπου θα καταλήγει στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Ομάν και το Μπαχρέιν στον Περσικό Κόλπο.
Το αχανές αυτό σιδηροδρομικό δίκτυο, από το οποίο θα μεταφέρονται εμπορικα φορτία και επιβατικό κοινό, μπορεί να ολοκληρωθεί σχετικά σύντομα, καθώς ένα μεγάλο μέρος του δικτύου υπάρχει ήδη και λειτουργεί κανονικά. Μόνο στην Ιορδανία και το Ομάν θα πρέπει να κατασκευαστεί εξαρχής.
Το έργο αναμένεται να κάνει το εμπόριο πιο σύντομο και πιο ασφαλές, δεδομένου ότι θα παρακάμπτονται τα επισφαλή στενά Hormuz και Bab-el-Mandeb. Η επένδυση υπολογίζεται ότι θα αποβεί κερδοφόρα το 2030, εκτοξεύοντας το περιφερειακό εμπόριο στα 250$ δισ. ετησίως. Ο αριθμός είναι εντυπωσιακός καθώς προβλέπεται να δώσει μεγάλη ώθηση στις τοπικές οικονομίες και ειδικά στους παραγωγικούς κλάδους εκτός πετρελαίου, από το οποίο πασχίζουν να απεξαρτηθούν οι οικονομίες της περιοχής.
Μια πόλη από το μέλλον
Το 2017 ο πρίγκιπας της Σαουδικής Αραβίας, Μπιν Σαλμάν, ανακοίνωσε το πλάνο της δημιουργίας μιας φουτουριστικής μεγαλούπολης υπό το όνομα Neom. Η λέξη είναι σύνθετη και αποτελείται από το ελληνικό Neo και το m από το αραβικό Mustaqbal που σημαίνει μέλλον. Όπως υποδηλώνει και το όνομα, πρόκειται για την κατασκευή μιας υπερσύγχρονης πόλης που θα γίνει έδρα για εταιρείες high tech, ψηφιακών υπηρεσιών, βιοτεχνολογίας και μεταποιητικές βιομηχανίες.
Το πρότζεκτ της Neom θα κοστίσει 500$ δισ, θα διέπεται διοικητικά από μια σχετική αυτονομία, ενώ χάρη στη γεωγραφική της θέση στην Ερυθρά Θάλασσα, θα έχει άμεση πρόσβαση στις διεθνείς εμπορικές οδούς. Βασικός στόχος του υπερ-φιλόδοξου σχεδίου είναι να μετασχηματίσει τη Σαουδική οικονομία και να την εισάγει στην μετα-πετρελαϊκή εποχή.
Πώς εμπλέκεται όμως το Ισραήλ στο συγκεκριμένο πρότζεκτ;
Η Neom βρίσκεται σε μια προνομιακή γεωγραφικά θέση, κοντά στο Ισραήλ, την Ιορδανία και την Αίγυπτο. Για να πραγματωθούν συνεπώς οι φιλοδοξίες των εμπνευστών του έργου είναι απαραίτητη η διασύνδεση της νέας πόλης με τα γειτονικά κράτη και τους εμπορικούς διαδρόμους.
Συνεπώς, το πρότζεκτ προβλέπει την κατασκευή επιπλέον υπερθαλάσσιου διαδρόμου 10 χλμ. που θα συνδέει οδικά το Tabuk της Σαουδικής Αραβίας με τη νήσο Τιράν, κι από εκεί θα καταλήγει στη χερσόνησο του Σινά – συγκεκριμένα, στο τουριστικό θέρετρο Σαρμ ελ-Σέιχ της Αιγύπτου.
Σκόπελο, ωστόσο, για το έργο αποτελεί το γεγονός πως θα περιορίζει την είσοδο του κόλπου Aqaba, όπου βρίσκεται η Eilat, το μοναδικό λιμάνι του Ισραήλ στην Ερυθρά Θάλασσα. Κι εδώ ακριβώς εμπλέκεται το Ισραήλ, καθώς η ειρηνευτική συμφωνία του 1979 μεταξύ Αιγύπτου και Ισραήλ εγγυάται την ανεμπόδιστη συνεχή πρόσβαση του τελευταίου στην Ερυθρά. Οποιαδήποτε κατασκευή στο στενό του Τιράν θα παραβίαζε ευθέως τον συγκεκριμένο όρο, άρα οποιαδήποτε κατασκευαστική παρέμβαση στην περιοχή απαιτεί προηγουμένως τη συναίνεση του Τελ Αβίβ. Έτσι, για να δώσουν το πράσινο φως οι Ισραηλινοί έθεσαν ως απαραίτητη προϋπόθεση την επίσημη διπλωματική αναγνώριση του κράτους τους από τη Σαουδική Αραβία, κάτι που έχει συμφωνηθεί και είναι θέμα χρόνου η πραγμάτωση του.
Γεωπολιτική υπεραξία και ένας αδέξιος δεξιός
Παρόλο που τα δύο αυτά μεγάλα πρότζεκτ είναι οικονομικής φύσης, για το Ισραήλ έχουν επιπλέον ιδιαίτερη γεωπολιτική βαρύτητα επειδή βοηθούν:
- να βγει από την απομόνωση στη Μέση Ανατολή,
- να μειώσει το έντονο αντί-ισραηλινό αίσθημα των μουσουλμάνων και
- να ομαλοποιήσει τις σχέσεις του με τις περιφερειακές δυνάμεις.
Τοποθετημένο εξάλλου στην πιο ασταθή περιοχή του κόσμου, βασικό κίνητρο του Τελ Αβίβ είναι μακροπρόθεσμα η ασφάλεια της χώρας και η περαιτέρω γεωπολιτική πίεση προς το εχθρικό Ιράν. Ενδεικτική είναι η δήλωση του ισραηλινού υπουργού εξωτερικών, Ισραέλ Κατζ, που είπε ότι «η απειλή του Ιράν πρέπει να απαντηθεί με στρατιωτικά μέσα αλλά συγχρόνως προσφέρει και μια ιστορική ευκαιρία» – εννοώντας την ενδεχόμενη συμμαχία με τους αντιπάλους του Ιράν και ειδικότερα, τη Σαουδική Αραβία.
Επιπλέον, σε μια αβέβαιη πολιτικά περίοδο στα εσωτερικά του Ισραήλ και εν όψει συνεχόμενων εκλογικών αναμετρήσεων, ο Νετανιάχου δε δίστασε να αξιοποιήσει για προσωπικό όφελος τις διαπραγματεύσεις με τις χώρες του Κόλπου. Προκειμένου να τονώσει το προφίλ του ως ηγέτη παγκόσμιου κύρους και να επισκιάσει τις εις βάρος του δικαστικές εκκρεμότητες για σκάνδαλο διαπλοκής, έβαλε σε ρίσκο τις διπλωματικές επαφές με τα ΗΑΕ. Το πλούσιο αραβικό κράτος ακύρωσε τη συνάντηση κορυφής του ερχόμενου Απριλίου, όταν αντελήφθη ότι ο Νετανιάχου, με αδέξιους χειρισμούς, χρησιμοποίησε εκλογοθηρικά τις επίσημες διμερείς συμφωνίες μεταξύ των δύο κρατών.
Από την πλευρά της η Σαουδική Αραβία, όπως αναφέρθηκε στην εισαγωγή, έχει σαφή ανάγκη να εξισορροπήσει το αυξημένο γεωπολιτικό εκτόπισμα του Ιράν στη Συρία, το Ιράκ, την Υεμένη και τον Λίβανο. Το γεγονός αυτό πρωτίστως την κάνει πρόθυμη να προσεγγίσει το Ισραήλ και δευτερευόντως αυξάνει την ανάγκη της να ανακτήσει τη χαμένη της επιρροή στη Μέση Ανατολή μέσω μιας “νίκης” της Σαουδικής βασιλικής οικογένειας, όπως η τεχνόπολη της Neom.
Τέλος, η οδική διασύνδεση Σαουδικής Αραβίας-Αιγύπτου διαμέσου της γέφυρας στα στενά του Τιράν, θεμελιώνει ακόμα μια κρίσιμη διπλωματική σχέση στη Μέση Ανατολή για τους Σαουδάραβες, αυτή με το Κάιρο και τον πρόεδρο της Αλ Σίσι – τον οποίο ήδη στηρίζουν ποικιλοτρόπως τα πλούσια κράτη του Κόλπου από το 2013 που κατέλαβε με πραξικόπημα την εξουσία. “Συμφώνησα με τον αδερφό μου, την Αυτού εξοχότητα πρόεδρο Αλ-Σίσι, να χτίσουμε μια γέφυρα που θα ενώνει τις δύο χώρες”, δηλώνει εμφατικά ο Σαουδάραβας Βασιλιάς.
Παρόμοιες δηλώσεις, σε συνδυασμό με τις αντίστοιχες πρωτοβουλίες, έχουν στόχο να διαφημίσουν την συμπόρευση των δύο χωρών ενάντια σε εξωτερικές παρεμβολές, υπονοώντας κυρίως το Ιράν και κατά δεύτερο λόγο, την Τουρκία.
Κοινωνίες και περιβάλλον θυσία στο βωμό της ανάπτυξης
Πίσω από τη λάμψη και τον μαξιμαλισμό της Neom βρίσκεται η άλλη όψη του νομίσματος, η πιο σκοτεινή: Το 2018, μετά τη φρικτή δολοφονία του δημοσιογράφου Jamal Khashoggi και τη διεθνή καταδίκη της Σαουδικής ηγεσίας, ο ίδιος ο πρίγκιπας Bin Salman ομολόγησε την ανησυχία του ότι κανείς δε θα επενδύσει στη Neom για χρόνια. Επίσημοι σύμβουλοι του μεγάλου πρότζεκτ, όπως ο Daniel L. Doctoroff και ο αρχιτέκτονας Norman Foster, λέγεται ότι διαχώρισαν τη θέση τους από το έργο και το τοξικό περιβάλλον του Σαουδάραβα διαδόχου του στέμματος.
Επιπλέον, εκτιμάται ότι 20.000 άνθρωποι που ζουν μόνιμα στην περιοχή εξαναγκάζονται από το κράτος να φύγουν προκειμένου να προχωρήσει η ανέγερση της νέας πόλης. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με ρεπορτάζ του Independent τον Οκτώβρη του 2020[1], οι σαουδαραβικές αρχές -οι οποίες δεν φημίζονται για τις δημοκρατικές τους μεθόδους- φέρεται να συνέλαβαν, να βασάνισαν, να κυνήγησαν και ακόμη και να δολοφόνησαν μέλη της φυλής Huwaitat, επειδή αρνούνταν να πουλήσουν στο κράτος την πατρογονική τους γη. Τον επόμενο μήνα Βρετανοί ακτιβιστές δικηγόροι, υπερασπιζόμενοι την συγκεκριμένη φυλή, προέτρεψαν (ανεπιτυχώς) τον Dominic Raab, Γραμματέα των εξωτερικών σχέσεων της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, να μποϊκοτάρει τη σύνοδο των G20 στη Σαουδική Αραβία.
Σοβαρές περιβαλλοντικές ανησυχίες έχουν εκφραστεί επίσης και για τον υπερυψωμένο διάδρομο-γέφυρα στο στενό του Τιράν: Το κατασκευαστικό κομφούζιο και η αυξημένη κυκλοφοριακή κίνηση στην Ερυθρά Θάλασσα αφενός θα προκαλέσουν περαιτέρω μείωση του πληθυσμού του ντουγκόνγκ – ενός απειλούμενου θαλάσσιου θηλαστικού – και αφετέρου, θα βλάψουν τον κοραλλιογενή ύφαλο και τους τοπικούς ψαρότοπους.
Τέλος, αναφορικά με την διπλωματική προσέγγιση του Ισραήλ με τα ισλαμικά κράτη, δεν μπορεί να παραβλεφθεί ο κρίσιμος παράγοντας της κοινής γνώμης στους μουσουλμανικούς λαούς, που είναι συντριπτικά αρνητική στην αναγνώριση του Ισραήλ ως ανεξάρτητου κράτους. Σε έρευνα του περασμένου Οκτωβρίου σε 13 μουσουλμανικές χώρες, το 90% των ερωτηθέντων τάχθηκε κατά της αναγνώρισης του Ισραήλ δίχως να έχει διευθετηθεί το Παλαιστινιακό ζήτημα[2].
Μπορεί, λοιπόν, να αγνοηθεί από τις ηγεσίες μια τόσο ισχυρή λαϊκή βούληση; Τι συνέπειες θα είχε μια τόσο χαώδης απόσταση ανάμεσα στις κρατικές αποφάσεις και τις διαθέσεις της κοινωνίας; Δε θα προέκυπταν ρήγματα στον κοινωνικό ιστό και ευκαιρίες, ενδεχομένως, για το Ιράν να παρέμβει στα εσωτερικά των αραβικών χωρών που θα “αγκάλιαζαν” πολιτικά το Ισραήλ; Μήπως το Ισραήλ από την πλευρά του, αντί να επενδύει μόνο σε οικονομικές συμφωνίες και διπλωματικούς ελιγμούς, θα έπρεπε να δείξει διαλλακτικότητα και σεβασμό στους Παλαιστίνιους, ώστε να πάψει η εχθρικότητα των ισλαμικών πληθυσμών εις βάρος του;
[1] https://www.independent.co.uk/news/world/middle-east/neom-saudi-arabia-city-mbs-huwaitat-b809153.html
[2] http://arabcenterdc.org/survey/the-2019-2020-arab-opinion-index-main-results-in-brief/#section9