http://foreign-politics.com/o-syllogikos-megalos-asthenis/
Θάλαμος του έκτακτου νοσοκομείου που δημιουργήθηκε στον εκθεσιακό χώρο Ifema στη Μαδρίτη. Πηγή: otrasvoceseneducacion.org

Το συγκεκριμένο άρθρο επιδιώκει να παρουσιάσει τη «μεγάλη εικόνα» για τα δημόσια συστήματα Υγείας που αναδείχθηκε έως τώρα κατά τη διάρκεια της πανδημίας του ιού SARS-CoV-2 στη δυτική Ευρώπη. Αν και το άρθρο αυτό αποτελούσε αρχικά μέρος ενός ευρύτερου κειμένου, λόγω της έκτασης του το κείμενο διαχωρίστηκε σε δύο ξεχωριστά μέρη. Το παρόν πρώτο μέρος, εξετάζει την πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί για τα συστήματα Δημόσιας Υγείας στη δυτική Ευρώπη, κυρίως στις πέντε ισχυρότερες ευρωπαϊκές οικονομίες. Μια πραγματικότητα που εκφράστηκε με την «έκρηξη» της πανδημίας της νόσου COVID-19. Το δεύτερο, το οποίο παρατίθεται χωριστά, εξετάζει τέσσερα ερωτήματα και «όψεις της πραγματικότητας» που αναδείχθηκαν από την εμφάνιση της πανδημίας και ισχύουν μέχρι και σήμερα.

Η μεγάλη εικόνα που ανέδειξε η πανδημία για αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, είναι η υποβάθμιση των συστημάτων Δημόσιας Υγείας. Τα περισσότερα βρέθηκαν απροετοίμαστα, άγγιξαν και ξεπέρασαν σε αρκετές περιπτώσεις τα όρια τους. Υπάρχει πάντα το επιχείρημα πως ακόμα και το πιο αναπτυγμένο, οργανωμένο και εξοπλισμένο σύστημα Υγείας, δεν θα ήταν επαρκώς έτοιμο να ανταποκριθεί πλήρως απέναντι στην εξάπλωση μιας πανδημίας ενός μεταδοτικού ιού. Ιδιαίτερα σε βάθος χρόνου και χωρίς άλλα έκτακτα μέτρα. Αυτός όμως ο ισχυρισμός, αποτελεί τη «μισή αλήθεια». Την ίδια στιγμή αναδεικνύεται το ερώτημα: Πόσους ασθενείς θα μπορούσε ένα σύστημα να περιθάλψει ταυτόχρονα και πόσο χρόνο θα χρειαζόταν για να φτάσει στα όρια του; Ή ακόμα, αν θα μπορούσε να αποφύγει αυτή την εξέλιξη λαμβάνοντας παράλληλα διάφορα μέτρα κοινωνικής αποστασιοποίησης, κάτι το οποίο φαίνεται πως είναι εφικτό.

Ιδιαίτερη έμφαση για τη συγγραφή των κειμένων, δίνεται στην εικόνα και τα στοιχεία που έρχονται από τις πέντε πιο ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές οικονομίες. Τη Γερμανία, τη Γαλλία, τη Μ. Βρετανία, την Ιταλία και την Ισπανία. Ο σκοπός των δύο κειμένων δεν είναι να πραγματοποιήσουν μια συνολική ιατρική ή επιδημιολογική προσέγγιση και σύγκριση μεθόδων αντιμετώπισης της πανδημίας της νόσου COVID-19. Ιδιαίτερα, όταν τα δεδομένα και η γνώση της παγκόσμιας κοινότητας για τον ιό είναι ακόμα περιορισμένα, και παρά τις όποιες ενδείξεις και γνώμη του καθένα, τον πρώτο λόγο έχουν κυρίως οι σχετικοί επιστήμονες. Τα δύο κείμενα, αξιοποιώντας αρκετές διαθέσιμες πηγές, δημοσιεύεις και μελέτες επιχειρούν να ενώσουν «τα κομμάτια του πάζλ» της πραγματικότητας, που μέσα σε έναν «ωκεανό» υπερπληροφόρησης και παραπληροφόρησης πολλές φορές χάνεται.

Την τελευταία δεκαετία και ειδικότερα μετά το 2016, προχώρησαν ιδιωτικοποιήσεις και περικοπές δημοσίων δαπανών στον Τομέα της Υγείας σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες κάτω από τις κατευθύνσεις της «Κομισιόν». Η Δημόσια Υγεία αντιμετωπίστηκε ως ένα ακόμη κόστος σε  μια λογική «κόστους – οφέλους», την ώρα που σταδιακά άνοιγε όλο και περισσότερο ο δρόμος για ανάπτυξη της επιχειρηματικής δραστηριότητας στον τομέα της Υγείας. Η ικανότητα των δημόσιων συστημάτων Υγείας μειώθηκε, ιδιαίτερα σε χώρες όπως η Ισπανία, η Ιταλία και η Μ. Βρετανία. Περαιτέρω μείωση των κλινών, αύξηση χρόνου αναμονής για χειρουργεία, μείωση πρόσβασης τμήματος πολιτών στο υγειονομικό σύστημα, ελλείψεις προσωπικού και υλικοτεχνικών μέσων, εξαντλητικά ωράρια εργαζομένων, πάγωμα μισθών, είναι μερικά «κομμάτια του πάζλ» που περιγράφουν την εικόνα σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες[1]. Η υποβάθμιση των συστημάτων Δημοσίας Υγείας προχώρησε και από φιλελεύθερες-χριστιανοδημοκρατικές αλλά και από σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις. Το πιο ανησυχητικό είναι πως η κατάσταση που επήλθαν τα περισσότερα δημόσια υγειονομικά συστήματα, έρχεται σε πλήρη αντίφαση με τις δυνατότητες που παρέχουν η ανάπτυξη και βελτίωση των τομέων της τεχνολογίας και της επιστήμης. Τα έκτακτα μέτρα που ελήφθησαν πανευρωπαϊκά μπροστά στην πανδημία, όπως η κατασκευή-ανάπτυξη νέων μονάδων (ξεχωρίζει η κατασκευή του γιγαντιαίου νοσοκομείου “Nightingale” στο Λονδίνο[2]) και η προσπάθεια για αύξηση των ΜΕΘ (η Γερμανία είναι πρώτη στη σχετική λίστα αυξάνοντας σε πρώτη φάση τις ΜΕΘ της από 28 σε 40 χιλιάδες[3]), αποτελούσαν από τη μια προσπάθεια αντιμετώπισης της πανδημίας. Ταυτόχρονα όμως, στις περισσότερες περιπτώσεις, εξυπηρετούσαν την κάλυψη των κενών και των αναγκών που είχαν δημιουργηθεί από την υποβάθμιση των προηγούμενων ετών.

Τα νοσοκομεία στα όρια τους

Οι εικόνες υπεράριθμων ασθενών σε θαλάμους, στοιβαγμένων στα πατώματα των νοσοκομείων, όπως στην περίπτωση της Μαδρίτης[4]. Οι αναφορές για κορεσμό των συστημάτων και επιλογή ασθενών με βάση τις πιθανότητες επιβίωσης σε Ιταλία, Ισπανία, Γαλλία, Βρετανία και άλλες χώρες. Η επιλεκτική εισαγωγή ασθενών στα νοσοκομεία και οι ελλείψεις σε ΜΕΘ, επιβεβαιώνουν σε αρκετές περιπτώσεις στη δυτική Ευρώπη τη σύντομη «κατάρρευση». Δεν πρέπει να υποτιμάτε παράλληλα η φύση του ιού, η οποία «κούμπωσε» με υπαρκτές ελλείψεις και συνέβαλε στη χαοτική κατάσταση που δημιουργήθηκε. Τα διαθέσιμα στοιχεία έρευνας που δημοσίευσε το Πανεπιστήμιο του Κορνέλ για τη βόρεια Ιταλία, δείχνουν πως από ένα σημείο και μετά τα νοσοκομεία αδυνατούσαν να επιτελέσουν συνολικά τον ρόλο τους, καθώς από τις περιπτώσεις ασθενών της νόσου των οποίων η κατάσταση επιδεινωνόταν και κρίνονταν αναγκαία η εισαγωγή τους, ένα ποσοστό 16-18% χρειαζόταν τελικά εισαγωγή σε ΜΕΘ[5]. Για να γίνει καλύτερα αντιληπτό το μέγεθος του προβλήματος, πρέπει να σημειωθεί πως το σύστημα Υγείας της βόρειας Ιταλίας ήταν σε μεγάλο βαθμό ανώτερο από τον ιταλικό μέσο όρο και τις υπόλοιπες περιοχές της χώρας. Αντίστοιχα στην Ισπανία, στις οριακές καταστάσεις που αντιμετώπισαν τα νοσοκομεία της Μαδρίτης υπήρχαν ημέρες όπου ένας ασθενής με COVID-19 απεβίωνε κάθε 16 λεπτά[6]. Στον ευρωπαϊκό χώρο, ιδιαίτερα εμφανείς ήταν οι ελλείψεις όσο αφορά τον ιατρικό εξοπλισμό και τα μέσα προστασίας του υγειονομικού προσωπικού. Παρά τις προειδοποιήσεις του Π.Ο.Υ από τις 28 Φεβρουαρίου (με βάση την πείρα που υπήρχε από την Κίνα), πως η διασφάλιση της προστασίας του υγειονομικού προσωπικού είναι κλειδί για την αντιμετώπιση της νόσου[7], χιλιάδες γιατροί μπήκαν στη μάχη χωρίς τα αναγκαία προστατευτικά μέσα. Το αποτέλεσμα είναι μεγάλο κομμάτι του υγειονομικού προσωπικού να έχει νοσήσει και δεκάδες να χάσουν τη ζωή τους σε όλη τη δυτική Ευρώπη. Η Ιταλία με βάση τα στοιχεία έχει ήδη πάνω από 100 νεκρούς ιατρούς[8], ενώ ενδεικτική για τις ελλείψεις προστατευτικών μέσων είναι η αντίδραση των βρετανών γιατρών, οι οποίοι στις 19 Απριλίου προειδοποίησαν πως θα σταματούσαν να δέχονταν ασθενείς COVID-19 αν δεν άλλαζε άμεσα η κατάσταση. Την ημέρα εκείνη, ο αριθμός των θυμάτων στο υγειονομικό προσωπικό της χώρας έφτανε τα 80 άτομα[9].

http://foreign-politics.com/o-syllogikos-megalos-asthenis/
Άποψη του έκτακτου νοσοκομείου, NHS Nightingale, χωρητικότητας 750 ασθενών, στο Manchester Central Convention Complex. Το νοσοκομείο αποτελεί ένα από τα δέκα αντίστοιχα νοσοκομεία που δημιουργήθηκαν στη Βρετανία για να την κάλυψη των αυξανόμενων αναγκών. Πηγή:vinciconstruction.co.uk

Ένα μέρος της απάντησης για τις δυνατότητες της Δημόσιας Υγείας στις πέντε πιο ισχυρές ευρωπαϊκές οικονομίες δίνουν τα στοιχεία που ακολουθούν. Τα διαθέσιμα στοιχεία και οι εκτιμήσεις που εμφανίζονται στον πίνακα (τα νούμερα που παρατίθενται είναι ανά 100.000 κατοίκους), είναι ενδεικτικά για την κατάσταση και πορεία του τομέα της Υγείας (Δημόσιας και Ιδιωτικής) στη δυτική Ευρώπη:

http://foreign-politics.com/o-syllogikos-megalos-asthenis/

Τα στοιχεία του πίνακα που βασίζονται σε στοιχεία και εκτιμήσεις κυρίως του Π.Ο.Υ[10], του ΟΟΣΑ[11] και της Eurostat[12], αποτυπώνουν τη μείωση των δυνατοτήτων των υγειονομικών μονάδων για μαζική υποστήριξη ασθενών. Όσο αφορά τον αριθμό ΜΕΘ, τα στοιχεία αφορούν ακαδημαϊκή έρευνα του 2012[13] και είναι αυτά που αναπαράγονται συνήθως τη τωρινή περίοδο από τα περισσότερα Μ.Μ.Ε. Ακόμα και αν δεχτεί κανείς ως κανόνα το παράδειγμα της Βρετανίας, όπου ο αριθμός ΜΕΘ αυξήθηκε από 5400 το 2011-12 σε 5900 το 2019-20[14], γίνεται αντιληπτό πως η αύξηση αυτή είναι εξαιρετικά μικρή για να αντιμετωπίσει τις ανάγκες. Ειδικά αν αναλογιστεί κανείς πως με βάση τα στοιχεία, αντιστοιχούσαν 2,8 ΜΕΘ ανά 100 κλίνες «Οξείας Φροντίδας»/100.000 πληθυσμού κατά μέσο όρο σε όλη την Ευρώπη, με τη Γερμανία και το Λουξεμβούργο να είναι πρώτες στη λίστα με 5,1[15]. Η γενική αύξηση του αριθμού των ιατρών και των επαγγελματιών Υγείας συνοδεύτηκε από αντίστοιχη αύξηση του νοσηλευτικού προσωπικού[16]. Ωστόσο, δεν συνδυάστηκε με αντίστοιχου μεγέθους αύξηση του αριθμού των νοσοκομειακών ιατρών και νοσηλευτών, καθώς όλο και περισσότεροι ιατροί δραστηριοποιούνται ως ιδιώτες.

Η Δημόσια Υγεία στο μεταίχμιο της

Οι δαπάνες ως προς το ποσοστό του ΑΕΠ αν και έχουν αυξηθεί συγκριτικά με το επίπεδο που βρίσκονταν πριν 30 χρόνια, τη τελευταία δεκαετία παραμένουν σχετικά σταθερές με μικρή αύξηση (9,9% του ΑΕΠ ήταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος για το 2017). Σε ορισμένες χώρες υποχωρεί σημαντικά επί του συνόλου, το ποσοστό των κρατικών δαπανών για την Υγεία ως προς αυτό του Ιδιωτικού Τομέα, όπως φαίνεται στις περιπτώσεις της Ιταλίας, της Ισπανίας και της Μ. Βρετανίας. Το 2017 στην Ε.Ε αποδίδονταν στον Δημόσιο Τομέα το 79,4% των συνολικών δαπανών Υγείας, από το οποίο το 28,5% προέρχονταν απευθείας από κρατική χρηματοδότηση και το 50,9% από τα ασφαλιστικά συστήματα των χωρών[17]. Η ίδια η αύξηση των δαπανών για την Υγεία ως προς το Α.Ε.Π δεν σημαίνει από μόνη της βελτίωση και των υγειονομικών παροχών σε κάθε χώρα. Η αύξηση εξαρτάται μεταξύ άλλων από παράγοντες της οικονομίας (τιμές), δημογραφικές αλλαγές, τη διάρθρωση του κάθε υγειονομικού συστήματος και τους τομείς όπου οι δαπάνες διαμοιράζονται με βάση τις προτεραιότητες που υπάρχουν (αγορά εξοπλισμού, φάρμακα, έρευνα, νοσοκομεία, προσωπικό κλπ.). Είναι ενδεικτικό το παράδειγμα της Σουηδίας. Παρότι το 2017 ήταν στις τρεις πρώτες ευρωπαϊκές θέσεις, δαπανώντας μεταξύ 2011-2017 γύρω στο 10-11% του Α.Ε.Π της (Δημόσιος και Ιδιωτικός Τομέας) στην Υγεία, κατείχε μια από τις τελευταίες θέσεις στην Ευρώπη όσο αφορά τον αριθμό ΜΕΘ, καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία, το 2012 είχε μόλις 5,8 ανά 100.000 κατοίκους[18].

Ακόμα και στις περιπτώσεις της Γερμανίας και της Γαλλίας, οι οποίες παρουσιάζουν με βάση τα στοιχεία τις μεγαλύτερες δαπάνες στην Υγεία και ως προς το ποσοστό του ΑΕΠ αλλά και ως προς τις κατά κεφαλή (για κάθε πολίτη) δαπάνες, οι γενικοί αριθμοί δεν λένε την πλήρη αλήθεια. Μπορεί ο δείκτης των κρατικών δαπανών να φαίνεται υψηλός αλλά αυτό σχετίζεται με τη δομή των υγειονομικών συστημάτων των δύο χωρών. Οι δύο αυτές χώρες έχουν το υψηλότερο ποσοστό κάλυψης υγειονομικών δαπανών μέσω των ασφαλιστικών συστημάτων, στην Ευρώπη. Το 2017 επί  του συνόλου των δαπανών για την Υγεία στη Γερμανία το 84,4% προέρχονταν από το Δημόσιο. Σε αυτό το ποσοστό, το 78,1% προέρχονταν από τα ασφαλιστικά ταμεία και μόλις το 6,3% από τη κρατική χρηματοδότηση. Αντίστοιχα στη Γαλλία, οι δημόσιες υγειονομικές δαπάνες άγγιζαν το 83,4% επί του συνόλου, με το 78,1% να προέρχεται από τα ασφαλιστικά ταμεία και το 5,3% από ξεχωριστές κρατικές δαπάνες[19].Τα ταμεία και στις δύο χώρες δεν καλύπτουν το σύνολο των εξετάσεων για όλους, με αποτέλεσμα οι ασθενείς να χρειάζεται ανά περίπτωση να βάλουν το «χέρι στην τσέπη». Στη Γερμανία για παράδειγμα ο κάθε εργαζόμενος είναι υποχρεωμένος να ασφαλίζεται σε μια ασφαλιστική εταιρεία της επιλογής του, είτε «Δημόσια» είτε Ιδιωτική. Οι «Δημόσιες» ασφαλιστικές οι οποίες καλύπτουν το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού είναι στην πράξη εταιρείες Δημοσίου Δικαίου που λειτουργούν με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, με αποτέλεσμα για ορισμένες εξετάσεις να υπάρχουν επιβαρύνσεις[20]. Με αντίστοιχα ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια λειτουργούν και τα νοσοκομεία όλων των ειδών, καθώς υπάρχουν δημόσια, μη κερδοσκοπικά (ανήκουν σε φορείς όπως η εκκλησία, οργανώσεις κλπ.) και ιδιωτικά. Τα νοσοκομεία κάθε είδους χρηματοδοτούνται από τον ετήσιο κρατικό προϋπολογισμό εφόσον έχουν χαρακτηριστεί αναγκαία, ενώ η χρηματοδότηση αυτή αφορά κυρίως τις υποδομές. Σε αυτά τα πλαίσια τα νοσοκομεία δεν αποφεύγουν να λειτουργήσουν ως «επιχειρήσεις», στοχεύοντας κέρδη και έσοδα για να καλύψουν ορισμένες από τις ανάγκες τους. Μάλιστα, τα πιο πρόσφατα στοιχεία του γερμανικού κράτους για το έτος 2017, δείχνουν σημαντική αύξηση του αριθμού των ιδιωτικών νοσοκομείων της χώρας. Σε σύνολο 1952 νοσοκομείων στη Γερμανία το 37,1% ήταν ιδιωτικά, το 34,1% μη κερδοσκοπικά και το 28,8% δημόσια. Πριν 25 χρόνια, το 1992, σε σύνολο 2381 νοσοκομείων, μόλις το 15,5% ήταν ιδιωτικά, έναντι 39,9% μη κερδοσκοπικών και 44,6% δημοσίων. Όσο αφορά τον αριθμό των νοσοκομειακών κλινών για το 2017, το 48% βρισκόταν σε δημόσια νοσοκομεία, το 33,2% σε μη κερδοσκοπικά και το 18,7% σε ιδιωτικά. Το 2002 τα αντίστοιχα στοιχεία ήταν: 54,5% σε δημόσια νοσοκομεία, 36,7% σε μη κερδοσκοπικά και μόλις 8,9% σε ιδιωτικά[21].

Τα στοιχεία που παρατίθενται παραπάνω, παρότι τα νούμερα κουράζουν, είναι μονάχα ένα μέρος όσων έχουν δημοσιευτεί. Είναι όμως αρκετά για να αποδώσουν μια εικόνα της κατάστασης που διαμορφώθηκε. Τα ερωτήματα που απορρέουν από αυτήν είναι πολλά και είναι στην ευθύνη του καθένα να δώσει την απάντηση του. Για τον γράφοντα, όχι με γνώμονα μια «στείρα σύγκριση» Δημόσιων και Ιδιωτικών μονάδων Υγείας ή μια απλή καταγραφή των προβλημάτων. Αλλά με κριτήριο την επιδίωξη παροχής καθολικής ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης χωρίς περιορισμούς, σε εναρμόνιση με τις εξελίξεις της τεχνολογίας και της επιστήμης. Δυστυχώς η προτροπή του Καναδού ιατρού Ν. Μπεθούν, όπως ειπώθηκε λιγότερο από έναν αιώνα νωρίτερα, παραμένει ακόμα επίκαιρη:

«Η ιατρική, όπως την εξασκούμε, είναι ένα πολυτελές εμπόρευμα. Πουλάμε ψωμί στην τιμή διαμαντιών…. Ας βγάλουμε το κέρδος, το ιδιωτικό οικονομικό κέρδος, έξω από την ιατρική, και ας εξαγνίσουμε το επάγγελμα μας από τον άπληστο ατομικισμό… Ας πούμε στους ανθρώπους όχι “Πόσα (χρήματα) έχεις;” Αλλά “Πόσο καλύτερα μπορούμε να σας εξυπηρετήσουμε;…”»[22].

Για να γραφτεί το κείμενο, χρειάστηκε πολλή δουλειά και χρόνος. Δωρίζοντας το ποσό που επιθυμείτε (Donate) βοηθάτε τους συντάκτες του foreign politics να συνεχίσουν την προσπάθεια. Η στήριξη σας μετράει πραγματικά.

 

Μπαρούτας Κώστας

 


Παραπομπές:

[1] Jan Willem Goudriaan, “The rising wave of privatisation damages healthcare in Europe”, EURACTIV.com, 7 April 2016, στο σύνδεσμο: https://www.euractiv.com/section/health-consumers/opinion/the-rising-wave-of-privatisation-damages-healthcare-in-europe/

Rachel Tansey, “The creeping privatisation of healthcare”, Corporate Europe Observatory, 2 June 2017, στο σύνδεσμο: https://corporateeurope.org/en/power-lobbies/2017/06/creeping-privatisation-healthcare

[2] “Coronavirus: How NHS Nightingale was built in just nine days”, BBC News, 17 April 2020, στο σύνδεσμο: https://www.bbc.com/news/health-52125059

[3] Guy Ghazan, “Oversupply of hospital beds helps Germany to fight virus”, Financial Times, 13 April 2020, στο σύνδεσμο: https://www.ft.com/content/d979c0e9-4806-4852-a49a-bbffa9cecfe6

[4] “ Coronavirus: Footage shows Madrid hospital overflowing amid COVID-19 crisis”, Euronews, 27 March 2020, στο σύνδεσμο: https://www.euronews.com/2020/03/27/coronavirus-footage-shows-madrid-hospital-overflowing-amid-covid-19-crisis

[5] Cereda D., Tirani M., Rovida F., κ.α., “The early phase of the COVID-19 outbreak in Lombardy, Italy”, Cornell University, 20 March 2020, σελ. 11-12, στο σύνδεσμο: https://arxiv.org/abs/2003.09320

[6] Oriol Güell| & Isabel Valdés, “Lunes: un muerto cada 16 minutos en los hospitales de Madrid”, El País, 19 Marzo 2020, στο σύνδεσμο: https://elpais.com/sociedad/2020-03-18/lunes-un-muerto-cada-16-minutos-en-los-hospitales-de-madrid.html

[7] World Health Organization, Report of the WHO-China Joint Mission on Coronavirus Disease 2019 (COVID-19), 28 February 2020, σελ. 11, 21-23, 38-39, στο σύνδεσμο: https://www.who.int/docs/default-source/coronaviruse/who-china-joint-mission-on-covid-19-final-report.pdf

[8] “One hundred Italian doctors have died of coronavirus”, Al Jazeera news, 10 April 2020, στο σύνδεσμο: https://www.aljazeera.com/news/2020/04/italian-doctors-died-coronavirus-200409211435347.html

[9] James Tapsfield, Eleanor Hayward & Ed Riley, “Crucial 84-tonne shipment of coronavirus PPE from Turkey could be delayed AGAIN: Hospital leaders unite to attack government over ‘bitter experience’ of failed deliveries as supplies ‘could run out TODAY’”, Daily Mail Online, 19 April 2020, στο σύνδεσμο: https://www.dailymail.co.uk/news/article-8234907/Hospitals-set-run-gowns-TOMORROW-NHS-death-toll-hits-80.html

[10] WHO, European Health Information Gateway (2020), Acute care hospital beds per 100.000 (indicator), στο σύνδεσμο: https://gateway.euro.who.int/en/indicators/hfa_478-5060-acute-care-hospital-beds-per-100-000/visualizations/#id=19535&tab=table (πρόσβαση 19 Απριλίου 2020)

WHO, European Health Information Gateway (2020), Curative (acute) care beds, per 100.000 (indicator), στο σύνδεσμο: https://gateway.euro.who.int/en/indicators/hlthres_39-curative-acute-care-beds-per-100-000/visualizations/#id=27699&tab=table (πρόσβαση 19 Απριλίου 2020)

WHO, European Health Information Gateway (2020), Hospitals per 100.000 (indicator), στο σύνδεσμο: https://gateway.euro.who.int/en/indicators/hfa_470-5010-hospitals-per-100-000/visualizations/#id=19523&tab=table (πρόσβαση 19 Απριλίου 2020)

WHO, European Health Information Gateway (2020), Physicians employed by hospital per 100.000 (indicator) στο σύνδεσμο: https://gateway.euro.who.int/en/indicators/hlthres_167-physicians-employed-by-hospital-per-100-000/visualizations/#id=28221&tab=table (πρόσβαση 19 Απριλίου 2020)

WHO, European Health Information Gateway (2020), Physicians per 100.000 (indicator), στο σύνδεσμο: https://gateway.euro.who.int/en/indicators/hfa_494-5250-physicians-per-100-000/visualizations/#id=19563&tab=table (πρόσβαση 19 Απριλίου 2020)

WHO, European Health Information Gateway (2020), Public-sector health expenditure as % of total health expenditure (indicator), στο σύνδεσμο: https://gateway.euro.who.int/en/indicators/hfa_573-6731-public-sector-health-expenditure-as-of-total-health-expenditure/visualizations/#id=19668&tab=table (πρόσβαση 19 Απριλίου 2010)

WHO, European Health Information Gateway (2020), Total health expenditure as % of GDP (indicator), στο σύνδεσμο: https://gateway.euro.who.int/en/indicators/hfa_566-6711-total-health-expenditure-as-of-gdp/visualizations/#id=19661&tab=table (πρόσβαση 19 Απριλίου 2020)

WHO, European Health Information Gateway (2020), Total hospital beds per 100.000 (indicator), στο σύνδεσμο: https://gateway.euro.who.int/en/indicators/hlthres_245-total-hospital-beds-per-100-000/visualizations/#id=34618&tab=table (πρόσβαση 19 Απριλίου 2020)

[11] OECD (2020), Doctors (indicator). https://doi.org/10.1787/4355e1ec-en (πρόσβαση 21 Απριλίου 2020)

OECD (2020), Health spending (indicator). https://doi.org/10.1787/8643de7e-en ( πρόσβαση 21 Απριλίου 2020)

OECD (2020), Hospital beds (indicator). https://doi.org/10.1787/0191328e-en (Πρόσβαση 21 Απριλίου 2020)

[12] Eurostat, “Healthcare Expenditure Statistics”, April 2020, στο σύνδεσμο: https://ec.europa.eu/eurostat/statistics-explained/index.php?title=Healthcare_expenditure_statistics#Health_care_expenditure (πρόσβαση 28 Απριλίου 2020)

[13] Rhodes, A., Ferdinande, P., Flaatten, κ.α., “The variability of critical care bed numbers in Europe”, Intensive Care Med, Vol. 38, 2012, σελ. 1647–1653, στο σύνδεσμο: https://doi.org/10.1007/s00134-012-2627-8

[14] Siva Anandaciva, Leo Ewbank, James Thompson & Helen Mc Kenna, “NHS hospital bed numbers: past, present, future”, The King’s Fund, 26 March 2020, στο σύνδεσμο: https://www.kingsfund.org.uk/publications/nhs-hospital-bed-numbers

[15] Rhodes, A., Ferdinande, P., Flaatten, κ.α., “The variability of critical care bed numbers in Europe”, ό.π.

[16] OECD (2020), Nurses (indicator). https://doi.org/10.1787/283e64de-en (πρόσβαση 22 Απριλίου 2020)

WHO, European Health Information Gateway (2020), Professionally active nurses per 100.000 (indicator), στο σύνδεσμο: https://gateway.euro.who.int/en/indicators/hlthres_203-professionally-active-nurses-per-100-000/visualizations/#id=28434&tab=table (πρόσβαση 19 Απριλίου 2020)

[17] Eurostat, “Healthcare Expenditure Statistics”, April 2020, ό.π.

[18] Eurostat, “Healthcare Expenditure Statistics”, April 2020, ό.π.

Rhodes, A., Ferdinande, P., Flaatten, κ.α., “The variability of critical care bed numbers in Europe”, ό.π.

[19] Eurostat, “Healthcare Expenditure Statistics”, April 2020, ό.π.

[20] OECD/European Observatory on Health Systems and Policies, “France: Country Health Profile 2019”, State of Health in the EU, 28 November 2019, OECD Publishing, Paris, σελ. 9-11, https://doi.org/10.1787/d74dbbda-en.

OECD/European Observatory on Health Systems and Policies, “Germany: Country Health Profile 2019”, State of Health in the EU, 28 November 2019, OECD Publishing, Paris, σελ. 9-12, https://doi.org/10.1787/36e21650-en.

[21] DESTATIS, Statistisches Bundesamt, “Rund 500.000 Krankenhausbetten im jahr 2017”, Pressemitteilung Nr. N 011, 13 März 2020 στο σύνδεσμο: https://www.destatis.de/DE/Presse/Pressemitteilungen/2020/03/PD20_N011_231.html?fbclid=IwAR0FSRh4zoG5JEA6Vn4V7CaGKfop1_k2hiPJg9spKu1FKY-wuZyjKGVUcSA (πρόσβαση 26 Απριλίου 2020)

Institut Arbeit und Qualifikation der Universität Duisburg-Essen, “Krankenhäuser und Betten nach Trägerschaft 1992 -2017” στο σύνδεσμο: http://www.sozialpolitik-aktuell.de/tl_files/sozialpolitik-aktuell/_Politikfelder/Gesundheitswesen/Datensammlung/PDF-Dateien/abbVI32b.pdf (πρόσβαση 26 Απριλίου 2020)

[22] Robert Patterson, MD, “Norman Bethune: His Contributions to Medicine and CMAJ” στο Canadian Medical Association Journal, Vol. 141, 1 November 1989, σελ. 947-953, στο σύνδεσμο: https://web.archive.org/web/20150904092115/http://www.cmaj.ca/site/100/pdfs/bethuneCMAJ.pdf